Να κηρυχθεί διατηρητέο το κτίριο του Ερυθρού Σταυρού

 

Ανάμεσα στις αποφάσεις της τελευταίας στιγμής προεκλογικά, συγκαταλέγεται και η απόφαση του υπουργού Πολιτισμού που απορρίπτει την κήρυξη ως νεώτερου μνημείου του κτιρίου κατοικίας του αρχίατρου Εμμ. Χαλκιαδάκη στο Ηράκλειο, κληροδότημά του προς τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως Σταθμός Πρώτων Βοηθειών.
Το κτίριο είχε καταγραφεί από τη Μελέτη της Παλιάς Πόλης  ως αξιόλογο δείγμα εκλεκτικισμού και είχε συμπεριληφθεί στα προτεινόμενα για διατήρηση. Από την Εφορεία  Νεωτέρων Μνημείων  είχε προταθεί η κήρυξή του ως νεώτερου μνημείου. Εισήγηση προς το Υ.Π.Π.Ο. για την άμεση κήρυξή του υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 2009 και από τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Νομού Ηρακλείου.
Η πρόθεση του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού να κατεδαφίσει το κτίριο είχε εκδηλωθεί από τον Ιούλιο του 2007, με την κατάθεση μελέτης για έκδοση άδειας κατεδάφισης στο Τμήμα Οικοδομικών Αδειών του Δήμου Ηρακλείου,  η οποία δεν έχει εκδόθεί μέχρι σήμερα, σε αναμονή της γνωμοδότησης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων.
Στις 13 Οκτωβρίου το ΤΕΕ/ΤΑΚ και ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Νομού Ηρακλείου με συνέντευξη τύπου δήλωσαν ότι θα υποβάλλουν άμεσα προς την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος εισήγηση για χαρακτηρισμό του κτιρίου και κάλεσαν τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό να μην επιμείνει στην κατεδάφιση του κτιρίου και να προσφέρει στην πόλη ανακαινισμένο ένα “στολίδι” της,  με την προβλεπόμενη νέα του λειτουργία, προκειμένου να προστατευθεί η πολιτιστική μας κληρονομιά, η ιστορική συνέχεια, το ιδιαίτερο ύφος, η αναγνωρισιμότητα και εν τέλει η πολιτιστική ταυτότητα και το περιβάλλον της πόλης του Ηρακλείου.
Η διαδικασία κήρυξης από το υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ (σήμερα Περιβάλλοντος), είναι διαδικασία ανεξάρτητη που δεν υποκαθίσταται από αντίστοιχη του Υπουργείου Πολιτισμού. Στο ΥΠΕΧΩΔΕ έχουν διαβιβαστεί ούτως ή άλλως από το Γραφείο Παλιάς Πόλης του Δήμου Ηρακλείου εδώ και χρόνια όλοι οι φάκελοι των προτεινόμενων για διατήρηση κτιρίων από τη Μελέτη της Παλιάς Πόλης. Το 2004 εκδόθηκε η πρώτη απόφαση κήρυξης 47 κτιρίων (ΦΕΚ 890 Δ 5-10-2004), όπου διαφαίνεται παρέμβαση του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, αφού η απόφαση περιλαμβάνει αναφορά σε έγγραφό του, χωρίς όμως να έχει ποτέ εκδοθεί από το υπουργείο απορριπτική απόφαση για το συγκεκριμένο κτίριο.
Θεωρούμε ότι μια θετική έκβαση της υπόθεσης που θα αποτρέψει την κατεδάφιση του κτιρίου θα σηματοδοτήσει την ελάχιστη απάντηση που μπορεί να δοθεί τόσο σε παρεμβάσεις και μεθοδεύσεις που καθοδηγούν και προκαταλαμβάνουν αποφάσεις της διοίκησης, όσο και σε στάσεις της διοίκησης που τους δίνουν έδαφος. Το ιστορικό που περιγράφεται στο απόσπασμα του Δελτίου Τύπου του ΤΕΕ/ΤΑΚ και του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Νομού Ηρακλείου που παραθέτουμε δίνει ανάγλυφα την εικόνα:
«Είναι πολύ νωπή στη μνήμη μας η αναταραχή που προκλήθηκε στην τοπική κοινωνία με την δημοσιοποίηση καταγγελιών ότι, κατόπιν τούτου,(1)  το κτίριο “λεηλατήθηκε” από τα παλιά έπιπλα και τα λοιπά αντικείμενα  που υπήρχαν στο εσωτερικό του, ενώ παράλληλα είχαν δημοσιευθεί δηλώσεις και στοιχεία για πρόθεση πώλησης και κατεδάφισης του “αρχοντικού” του αρχιάτρου εκ μέρους της κεντρικής διοίκησης του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στην Αθήνα. Γνωρίζουμε και επίσημα, από αποτέλεσμα μεταγενέστερης αυτοψίας αρμοδίων υπαλλήλων  ότι πράγματι, όπως αναφέρεται: “…1.δεν υπάρχουν τα φύλλα στις εσωτερικές πόρτες των κύριων χώρων του ισογείου. 2.δεν υπάρχει ο ανάγλυφος διάκοσμος γύρω από την κόγχη στο βάθος του διαδρόμου απέναντι από την κύρια είσοδο. Τα ίχνη καθαίρεσής του είναι έντονα  και δεν συντρέχουν λόγοι φθοράς του από υγρασία κλπ……”
Όλα τα παραπάνω παραπέμπουν έντονα σε μια “προετοιμασία” κατεδάφισης και μια προσπάθεια υποβάθμισης της αξίας του κτιρίου, με την απογύμνωσή του από πολλά στοιχεία που θα συνηγορούσαν πολύ θετικά υπέρ του χαρακτηρισμού του ως διατηρητέου μνημείου. Δεν είναι άσχετος ο “συνειρμός” με τα όσα αναφέρονται στην  απορριπτική απόφαση  του Υπουργού Πολιτισμού,  πολύ συγκεκριμένα:    
 ” …έχει υποστεί πολλές μεταγενέστερες προσθήκες και επεμβάσεις που έχουν αλλοιώσει πλήρως την όποια αρχική αυθεντική του μορφή, και ως εκ τούτου, δεν πληρούνται οι ιδιαίτερα αυξημένες τασσόμενες από το νόμο προϋποθέσεις, για τον χαρακτηρισμό του ως μνημείου”.
(1) Μετά την κατάθεση της άδειας κατεδάφισης και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2008, εφημερίδα «Νέα Κρήτη»